Επίσκεψη στο Βρεττανικό Μουσείο...

προσοχή: μακρυνάρι!

Δεκέμβριος. Ήμουν Λονδίνο. Η Π. που με φιλοξενούσε είχε δουλειά κι είχα όλη τη μέρα ελεύθερη. Βαριόμουν να διαβάσω. Βγήκα απ' το σπίτι μ' ένα χάρτη για τον υπόγειο σιδηρόδρομο που έμοιαζε με πολύχρωμο δίχτυ. Μπήκα στο λαβύρινθο του και πήγα να βρώ το μινώταυρο. Κατέβηκα (ή μάλλον ανέβηκα) δεν θυμάμαι σε ποιά στάση κι άρχισα να μαζεύω το μίτο.

Έφτασα σ' ένα τεράστιο κτίριο, όμορφο σαν ξεθωριασμένο παλάτι. Και ήταν. Το θησαυροφυλάκιο του πιο κομψού και γλυκομίλητου λήσταρχου, διακοσμημένο με αρχαιοελληνικού ρυθμού κίονες στην πρόσοψη. Μπήκα μέσα και θαμπώθηκα από τη λάμψη του χρυσού, από τον όγκο της λαξευμένης πέτρας, απ' τους αμέτρητους και ξεχασμένους πια θεούς που σε κοιτάζουν μέσα από κόγχες αδειανών ματιών.

Περιπλανήθηκα για ώρες μέσα σε αίθουσες ασφυκτικά γεμάτες με θησαυρό. Τόσα πολλά είχαν μαζέψει, μέσα σε εκατοντάδες χρόνων αποικιοκρατίας, που αγάλματα θεών και θνητών, κοσμήματα και κόκκαλα βασιλιάδων κι αυλικών, τάφοι, ακόμα και ολόκληροι ναοί, ήταν παρατεταγμένοι πλάι-πλάι για να χωρέσουν στις ψηλοτάβανες αίθουσες.









Κάθε πόρτα που περνάει κανείς οδηγεί στην επόμενη πόρτα κι εγώ ταξίδευα πίσω στο χρόνο. Είδα πλάσματα μυθικά και νεκρούς που αρνιούνται να ξεχαστούν. Έμαθα πολλά, όμως δεν ένιωσα αρκετά. Κοίταξα κατάματα τον Όσιρι, μου χαμογέλασε φευγαλέα η Αστάρτη, με σημάδεψε μ' ένα κεραυνό ο Δίας. Όμως ήταν όλοι τους νεκροί, παγωμένοι, άψυχες πέτρες. Μακριά από τον τόπο που γεννήθηκαν και είχαν για κάποιους, κάποτε, κάποια σημασία. Εκεί που βρίσκονται τώρα είναι απλά γλυπτά χωρίς να περιβάλλονται από την αύρα του μαγικού τους παρελθόντος. Δεν ένιωσα κανένα δέος παρά μόνο λύπη. Το θαυμαστό παλάτι που βρήκα ήταν τελικά μια λειψανοθήκη.

Το μουσείο αντί ναός των Μουσών ήταν στην καλύτερη των περιπτώσεων μια πλούσια (ωστόσο χωρίς ουσία) γκαλερύ αρχαίας γλυπτικής αλλά στην πραγματικότητα ένα θλιβερό μνημείο. Ένα μνημείο αιώνων αποικιοκρατίας και τυχοδιωκτισμού, ένα μνημείο για τα κατορθώματα ευγενών (όχι ευγενικών -διευκρινίζουμε- αλλά αρχοντογεννημένων) κλεφτών.

Τα πόδια μου είχαν κουραστεί απ' το πολύ περπάτημα μέσα στο μουσείο. Πολλά τα έβλεπα βιαστικά γιατί είχαν περάσει ώρες πολλές κι ήθελα να δώ όσο το δυνατόν περισσότερα. Μέσα σε λίγη ώρα περιπλανήθηκα απ' τον καιρό των Ρωμαίων στο Μεσαίωνα και πάλι πίσω στην αρχαία Βαβυλώνα. Ο μίτος είχε τυλιχτεί πια σ' ενα ακατάστατο κουβάρι κι εγώ ακόμα προχωρούσα. Είχα αφήσει το καλύτερο για το τέλος. Μπήκα λοιπόν στη πτέρυγα που έχουν αφιερωμένη στην αρχαία Ελλάδα και έφτασα στην αίθουσα του Παρθενώνα.


Κένταυροι, κούροι, καρυάτιδες και νύμφες στέκονταν εκεί σιωπηλοί. Πινακίδες εξηγούσαν πώς κάθε κατακτητής που πέρασε από την Αθήνα έσπαζε μερικά αγάλματα (επειδή ήταν πολύ μεγάλα για να τα μεταφέρει ολόκληρα) και έπαιρνε μαζί του τα κεφάλια. Τώρα βρίσκονται αλλού τα κορμιά κι αλλού τα κεφάλια (αυτά που βρέθηκαν). Ένα μουσείο έχει τα φτερά, το άλλο το κεφάλι, στην Ελλάδα παραμένουν άδειες κάποιες από τις ξυλωμένες βάσεις τους.


Διάβασα λίγο παρακάτω. Μια πινακίδα έγραφε ότι τα γλυπτά του Παρθενώνα είναι εξίσου μοιρασμένα (ποιός έκανε τη μοιρασιά;) ανάμεσα στο Βρετανικο Μουσείο και στο Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Στη συνέχεια έγραφε ότι τα γλυπτά που βρίσκονται στο Βρετανικο είναι σε καλύτερη κατάσταση από αυτά που παρέμειναν στη Ελλάδα γιατί εδώ και δυο αιώνες είναι προφυλαγμένα από περαιτέρω φθορά (συμπεραίνουμε δηλαδή ότι καλά έκαναν και τα πήραν αφού τα προσέχουν!). Έπειτα σχολίαζε ότι στο Λονδίνο παρέχεται η ευκαιρία να τα δουν και να γνωρίσουν τον πολιτισμό μας πολλοί άνθρωποι που διαφορετικά δεν θα μπορούσαν. Βεβαίως δεν λένε αυτό θα ήταν δυνατό και χωρίς τα μοναδικής αξίας γλυπτά του Παρθενώνα αλλά...

Αναστέναξα. Ήταν ώρα να φύγω, το μουσείο θα έκλεινε μετά από λίγο. Έμεινα για λίγο ακόμα και τα κοίταζα. Ένας υπάλληλος μας ανακοίνωσε ότι το μουσείο είχε κλείσει. Μετά απο λίγο, σκέφτηκα, τα φώτα θα σβήσουν και το μάρμαρο θα γίνει πάλι μια σκιά, κλεισμένη στην αποστειρωμένη φυλακή της. Αύριο θα το θαυμάσουν οι επόμενοι. Θα σκεφτούν άραγε παρόμοια πράγματα μ' εμενα;

Μικρός, ενθουσιάστηκα όταν είδα το λιοντάρι στο τσίρκο. Τώρα καταλαβαίνω ότι αυτό που είδα τότε δεν ήταν ο βασιλιάς των ζώων αλλά ο άθλιος δούλος ενός ανθρώπου. Τώρα πια καταλαβαίνω ότι μια καρφιτσωμένη πεταλούδα δεν είναι παρά μια όμορφη μούμια στη βιτρίνα. Τα λάφυρα μπορεί να είναι όμορφα...















Αν μη τι άλλο, θαύμασα την τέχνη των αρχαίων και την υπομονή και επιμονή τους να βγάλουν απ' το μάρμαρο την μορφή του ανθρώπου, να κάνουν την πέτρα κορμί και να δώσουν ένα πρόσωπο στο θεό τους. Όμως δεν μπόρεσα να συγκινηθώ. Ήταν αδύνατον βλέποντας τα εκεί μέσα. Θυμίζαν ξεχασμένους ένοικους ενός γηροκομείου που δεν έχουν πια τίποτε να περιμένουν...

Κ

ΥΓ. Το κειμενάκι αυτό γράφτηκε το Δεκέμβριο μετά από την εν λόγω επίσκεψη.

2 σχόλια:

Terra Incognita είπε...

Πολύ όμορφη η ξενάγηση σου.

maria είπε...

Τώρα πια καταλαβαίνω ότι μια καρφιτσωμένη πεταλούδα δεν είναι παρά μια όμορφη μούμια στη βιτρίνα.

χμμ...
οντως παει της αναρτησης η μουσική!

Δημοσίευση σχολίου

Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε!